- ὑφείσθωσαν
- ὑφάωpres imperat mp 3rd pl (attic epic ionic)ὑφίημιlet downperf imperat mp 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
εύτροχος — εὔτροχος, ον (ΑΜ), επικ. και λυρ. τ. ἐΰτροχος, ον (Α) μσν. αυτός που κινείται ελεύθερα αρχ. 1. αυτός που έχει ωραίους τροχούς ή που οι τροχοί του λειτουργούν καλά («ὃς κ ἰθύνοι ἡμιόνους καὶ ἅμαξαν ἐΰτροχον», Ομ. Ιλ.) 2. κυκλικός, ολοστρόγγυλος… … Dictionary of Greek